φαλάκρωση

φαλάκρωση
η
το πέσιμο των τριχών του κεφαλιού, ο σχηματισμός φαλάκρας, φαλάκρωμα.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • φαλάκρωση — η / φαλάκρωσις, ώσεως, ΝΑ [φαλακρῶ, ώνω] σχηματισμός φαλάκρας …   Dictionary of Greek

  • μάδηση — και μάδιση, η (AM μάδησις, Α και μάδισις) [μαδώ] το μάδημα, η πτώση ή αφαίρεση τών τριχών, η φαλάκρωση. [ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. μάδηση < μαδώ, ενώ ο τ. μάδιση < μαδίζω] …   Dictionary of Greek

  • μαδάρωση — η (AM μαδάρωσις) [μαδαρός] 1. το πέσιμο τών τριχών, η φαλάκρωση τής κεφαλής 2. (ειδ.) η πτώση τών βλεφαρίδων λόγω χρόνιας νόσου νεοελλ. η καταστροφή τής βλάστησης ενός τόπου, η αποψίλωση …   Dictionary of Greek

  • φαλάκρωμα — το, ΝΜΑ [φαλακρῶ, ώνω] η φαλάκρωση αρχ. 1. φαλακρή κεφαλή 2. φαλακρό μέρος («κεφαλῆς φαλακρώματα ἐχούσης πολλά», Ιωάνν. Χρυσ.) …   Dictionary of Greek

  • Μύκονος — Νησί (85,48 τ.χλμ.) των βορειοανατολικών Κυκλάδων, μεταξύ της Τήνου και της Νάξου. Διοικητικά ανήκει στον νομό Κυκλάδων και αποτελείται από τον δήμο Μυκόνου (9.320 κάτ.) στον οποίο υπάγονται τα δημοτικά διαμερίσματα Μυκονίων (7.929 κάτ.) και Άνω… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”